Του Κίμωνα Σαϊτάκη
Μια συνήθης σύγχυση που παρουσιάζεται σχετικά με τη συνεισφορά είναι ότι οι διατάξεις της εφαρμόζονται μόνο στην περίπτωση της εξ αδιαθέτου διαδοχής. Στην πραγματικότητα, όμως, το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων για τη συνεισφορά εκτείνεται και στις περιπτώσεις της αναγκαστικής διαδοχής, ήτοι και στην περίπτωση της νόμιμη μοίρας και όχι μόνο στην εξ αδιαθέτου διαδοχή. Γι' αυτό, άλλωστε, υπάρχει και η ΑΚ 1834. Στην εξ αδιαθέτου διαδοχή εφαρμόζονται μόνο οι ΑΚ 1895 επ.
Έτσι, σε περίπτωση αναγκαστικής διαδοχής μπορεί να προκύψουν οι εξής περιπτώσεις:
1) Παροχές που είναι ταυτόχρονα συνεισενεκτέες και καταλογιστέες:
Ο γενικός κανόνας είναι ότι κάθε παροχή προς μεριδούχο, η οποία καταλογίζεται στη νόμιμη μοίρα του, συνεισφέρεται κιόλας, εκτός αν ο διαθέτης όρισε διαφορετικά (βλ. περ. 2). Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η ΑΚ 1834, η οποία - ωστόσο - μετά την τροποποίηση του άρθρου ΑΚ 1833 με το ν. 1329/1983 έπαψε να έχει λόγω ύπαρξης:
Στο ίδιο αποτέλεσμα...
...με την περίπλοκη διαδικασία που περιγράφει η ΑΚ 1834 θα καταλήξουμε και αν, αντί για αφαίρεση της παροχής από την εξ αδιαθέτου κληρονομική μερίδα και μετά αφαίρεση της μισής από τη νόμιμη μοίρα, την αφαιρέσουμε ολόκληρη από τη νόμιμη μοίρα (και όχι από την εξ αδιαθέτου). Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΑΚ 1834 για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας κατιόντος όταν υπάρχει συνεισενεκτέα και καταλογιστέα παροχή ακολουθείται η εξής διαδικασία:
i. Υπολογισμός αξίας πλασματικής κληρονομίας (πραγματική κληρονομία + αξία εν ζωή χαριστικών παροχών προς μεριδούχους ή τρίτους) - βλ. ΑΚ 1831 § 2
ii. Υπολογισμός αξίας εξ αδιαθέτου μερίδας κατιόντος πάνω στην αξία της πλασματικής κληρονομίας
iii. Από την αξία της εξ αδιαθέτου μερίδας κατιόντος - λήπτη παροχής αφαιρείται η αξία της παροχής αυτής και προκύπτει η πλασματική εξ αδιαθέτου μερίδα του υπόχρεου σε συνεισφορά
iv. Διαίρεση δια δύο της αξίας της πλασματικής εξ αδιαθέτου μερίδας, προς εξεύρεση της αξίας της νόμιμης μοίρας
v. Επειδή με τις παραπάνω πράξεις η συνεισενεκτέα παροχή αφαιρέθηκε ολόκληρη από την πλασματική εξ αδιαθέτου μερίδα του υποχρέου σε συνεισφορά, αλλά με τη διαίρεση διά δύο της μερίδας αυτής, διαιρέθηκε συγχρόνως και η αξία της παροχής (άρα η νόμιμη μοίρα που προκύπτει βαρύνεται με τη μισή μόνο αξία της παροχής) πρέπει να αφαιρεθεί και το άλλο μισό της παροχής από τη νόμιμη μοίρα, προκειμένου να καταλογιστεί στη νόμιμη μοίρα ολόκληρη η παροχή. Έτσι η παροχή αφαιρείται κατά το μισό από την πλασματική εξ αδιαθέτου μερίδα (ως συνεισενεκτέα) και κατά το άλλο μισό από τη νόμιμη μοίρα (ως καταλογιστέα).
Ωστόσο, το αποτέλεσμα ΔΕΝ αλλάζει, αν, αντί της ανωτέρω σταδιακής αφαιρέσεως, η καταλογιστέα παροχή αφαιρεθεί ολόκληρη μία μόνο φορά από τη ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ, καθόσον και οι δύο ως άνω τρόποι υπολογισμού στηρίζονται σε σχέσεις, οι οποίες αποτελούν μέλη της ίδιας ισότητας. ΄Ετσι, αν παρασταθεί με Α η αξία της πλασματικής κληρονομίας, με χ ο αριθμός των τέκνων του κληρονομουμένου και με κ η αξία της καταλογιστέας παροχής, η νόμιμη μοίρα του βαρυνόμενου με τον καταλογισμό αυτής μεριδούχου δίδεται από τη σχέση: (Α/χ - κ) : 2 - κ/2 = Α/2χ - κ (βλ. ΑΠ 1303/2001 ΧρΙΔ 1, 713).
2) Παροχές μόνο συνεισενεκτέες:
Τέτοια περίπτωση θα έχουμε όταν ο διαθέτης έχει ορίσει ρητά τον ΜΗ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ στη νόμιμη μοίρα των συνεισενεκτέων παροχών (βλ. ΑΚ 1833 παρ 1 στο τέλος)
3) Παροχές μόνο καταλογιστέες:
Η περίπτωση αυτή παρουσιάζεται όταν ο διαθέτης έχει αποκλείσει τη συνεισφορά (βλ. ΑΚ 1895)
Γενικά, αυτό που πρέπει να υπογραμμιστεί και πάλι καθώς φαίνεται να ταλαιπωρεί αρκετούς, είναι ότι, όταν πρόκειται για μια παροχή που είναι συγχρόνως καταλογιστέα και συνεισενεκτέα, καταλήγουμε στο ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα, στο οποίο θα φτάναμε μέσω ΑΚ 1831-1833 και αν ήταν μόνο καταλογιστέα. Άρα η ΑΚ 1834 είναι πλέον ΑΧΡΗΣΤΗ (μέχρι το 1983 είχε λόγω ύπαρξης). ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ σημαίνει αφαίρεση από τη νόμιμη μοίρα.
Παρατήρηση: Παρά το όποιο θεωρητικό ενδιαφέρον των ανωτέρω παρατηρήσεων, είναι γεγονός ότι οι εξεταστές στο κληρονομικό είναι μάλλον απίθανο να βάλουν θέμα για συνεισφορά σε νόμιμη μοίρα.
Μια συνήθης σύγχυση που παρουσιάζεται σχετικά με τη συνεισφορά είναι ότι οι διατάξεις της εφαρμόζονται μόνο στην περίπτωση της εξ αδιαθέτου διαδοχής. Στην πραγματικότητα, όμως, το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων για τη συνεισφορά εκτείνεται και στις περιπτώσεις της αναγκαστικής διαδοχής, ήτοι και στην περίπτωση της νόμιμη μοίρας και όχι μόνο στην εξ αδιαθέτου διαδοχή. Γι' αυτό, άλλωστε, υπάρχει και η ΑΚ 1834. Στην εξ αδιαθέτου διαδοχή εφαρμόζονται μόνο οι ΑΚ 1895 επ.
Έτσι, σε περίπτωση αναγκαστικής διαδοχής μπορεί να προκύψουν οι εξής περιπτώσεις:
1) Παροχές που είναι ταυτόχρονα συνεισενεκτέες και καταλογιστέες:
Ο γενικός κανόνας είναι ότι κάθε παροχή προς μεριδούχο, η οποία καταλογίζεται στη νόμιμη μοίρα του, συνεισφέρεται κιόλας, εκτός αν ο διαθέτης όρισε διαφορετικά (βλ. περ. 2). Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η ΑΚ 1834, η οποία - ωστόσο - μετά την τροποποίηση του άρθρου ΑΚ 1833 με το ν. 1329/1983 έπαψε να έχει λόγω ύπαρξης:
Στο ίδιο αποτέλεσμα...
...με την περίπλοκη διαδικασία που περιγράφει η ΑΚ 1834 θα καταλήξουμε και αν, αντί για αφαίρεση της παροχής από την εξ αδιαθέτου κληρονομική μερίδα και μετά αφαίρεση της μισής από τη νόμιμη μοίρα, την αφαιρέσουμε ολόκληρη από τη νόμιμη μοίρα (και όχι από την εξ αδιαθέτου). Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΑΚ 1834 για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας κατιόντος όταν υπάρχει συνεισενεκτέα και καταλογιστέα παροχή ακολουθείται η εξής διαδικασία:
i. Υπολογισμός αξίας πλασματικής κληρονομίας (πραγματική κληρονομία + αξία εν ζωή χαριστικών παροχών προς μεριδούχους ή τρίτους) - βλ. ΑΚ 1831 § 2
ii. Υπολογισμός αξίας εξ αδιαθέτου μερίδας κατιόντος πάνω στην αξία της πλασματικής κληρονομίας
iii. Από την αξία της εξ αδιαθέτου μερίδας κατιόντος - λήπτη παροχής αφαιρείται η αξία της παροχής αυτής και προκύπτει η πλασματική εξ αδιαθέτου μερίδα του υπόχρεου σε συνεισφορά
iv. Διαίρεση δια δύο της αξίας της πλασματικής εξ αδιαθέτου μερίδας, προς εξεύρεση της αξίας της νόμιμης μοίρας
v. Επειδή με τις παραπάνω πράξεις η συνεισενεκτέα παροχή αφαιρέθηκε ολόκληρη από την πλασματική εξ αδιαθέτου μερίδα του υποχρέου σε συνεισφορά, αλλά με τη διαίρεση διά δύο της μερίδας αυτής, διαιρέθηκε συγχρόνως και η αξία της παροχής (άρα η νόμιμη μοίρα που προκύπτει βαρύνεται με τη μισή μόνο αξία της παροχής) πρέπει να αφαιρεθεί και το άλλο μισό της παροχής από τη νόμιμη μοίρα, προκειμένου να καταλογιστεί στη νόμιμη μοίρα ολόκληρη η παροχή. Έτσι η παροχή αφαιρείται κατά το μισό από την πλασματική εξ αδιαθέτου μερίδα (ως συνεισενεκτέα) και κατά το άλλο μισό από τη νόμιμη μοίρα (ως καταλογιστέα).
Ωστόσο, το αποτέλεσμα ΔΕΝ αλλάζει, αν, αντί της ανωτέρω σταδιακής αφαιρέσεως, η καταλογιστέα παροχή αφαιρεθεί ολόκληρη μία μόνο φορά από τη ΝΟΜΙΜΗ ΜΟΙΡΑ, καθόσον και οι δύο ως άνω τρόποι υπολογισμού στηρίζονται σε σχέσεις, οι οποίες αποτελούν μέλη της ίδιας ισότητας. ΄Ετσι, αν παρασταθεί με Α η αξία της πλασματικής κληρονομίας, με χ ο αριθμός των τέκνων του κληρονομουμένου και με κ η αξία της καταλογιστέας παροχής, η νόμιμη μοίρα του βαρυνόμενου με τον καταλογισμό αυτής μεριδούχου δίδεται από τη σχέση: (Α/χ - κ) : 2 - κ/2 = Α/2χ - κ (βλ. ΑΠ 1303/2001 ΧρΙΔ 1, 713).
2) Παροχές μόνο συνεισενεκτέες:
Τέτοια περίπτωση θα έχουμε όταν ο διαθέτης έχει ορίσει ρητά τον ΜΗ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ στη νόμιμη μοίρα των συνεισενεκτέων παροχών (βλ. ΑΚ 1833 παρ 1 στο τέλος)
3) Παροχές μόνο καταλογιστέες:
Η περίπτωση αυτή παρουσιάζεται όταν ο διαθέτης έχει αποκλείσει τη συνεισφορά (βλ. ΑΚ 1895)
Γενικά, αυτό που πρέπει να υπογραμμιστεί και πάλι καθώς φαίνεται να ταλαιπωρεί αρκετούς, είναι ότι, όταν πρόκειται για μια παροχή που είναι συγχρόνως καταλογιστέα και συνεισενεκτέα, καταλήγουμε στο ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα, στο οποίο θα φτάναμε μέσω ΑΚ 1831-1833 και αν ήταν μόνο καταλογιστέα. Άρα η ΑΚ 1834 είναι πλέον ΑΧΡΗΣΤΗ (μέχρι το 1983 είχε λόγω ύπαρξης). ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ σημαίνει αφαίρεση από τη νόμιμη μοίρα.
Παρατήρηση: Παρά το όποιο θεωρητικό ενδιαφέρον των ανωτέρω παρατηρήσεων, είναι γεγονός ότι οι εξεταστές στο κληρονομικό είναι μάλλον απίθανο να βάλουν θέμα για συνεισφορά σε νόμιμη μοίρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου