4 Φεβρουαρίου 2012

Επίλυση Πρακτικού Ζητήματος στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο (Φροντιστήριο 3/2/2012)

Της Ζαφειρένιας Θεοδωράκη

ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ:

Ρυθμιστέες σχέσεις: α) Η Β έχει ενδοσυμβατική ευθύνη (σύμβαση παροχής υπηρεσιών) απέναντι στην Α επειδή δεν εκπλήρωσε προσηκόντως την παροχή της (επικαιροποίηση λογισμικού) και β) αδικοπρακτική ευθύνη λόγω της καταστροφής των προγραμμάτων της Α από τον ιό.

α) Ενδοσυμβατική ευθύνη:

1. Κανόνας συγκρούσεως: Η σχέση εμπίπτει αντικειμενικά και χρονικά στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού Ρώμη Ι (άρθρο 1). Συνεπώς, εφαρμόζεται ο Κανονισμός αυτός. 

2. Συνδετικό στοιχείο: Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του Κανονισμού, οι συμβατικές σχέσεις διέπονται από το δίκαιο που επέλεξαν τα μέρη. Εάν τα μέρη...

...δεν επέλεξαν δίκαιο, εφαρμόζεται κάποιο από τα αντικειμενικώς εφαρμοστέα δίκαια του άρθρου 4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 ορίζεται ότι η σύμβαση παροχής υπηρεσιών διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ο πάροχος υπηρεσίας έχει τη συνήθη διαμονή του. Λαμβάνοντας υπόψη και τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 1, βλέπουμε ότι η Β έχει τη συνήθη διαμονή της στο Βέλγιο.

3. Εφαρμοστέο δίκαιο: Επομένως, εφαρμοστέο δίκαιο στη σύμβαση είναι το βελγικό. 

β) αδικοπρακτική ευθύνη: 

1. Κανόνας συγκρούσεως: Η αδικοπραξία της Β εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού Ρώμη ΙΙ (άρθρο 1).

2. Συνδετικό στοιχείο: Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του Κανονισμού, εφαρμοστέο δίκαιο είναι στις αδικοπραξίες το δίκαιο της χώρας όπου επήλθε η ζημία. Εν προκειμένω, η ζημία επήλθε στη Χίο.

3. Εφαρμοστέο δίκαιο: Εφαρμοστέο δίκαιο είναι, επομένως, το ελληνικό. Ο δικαστής μπορεί, πάντως, να εφαρμόσει και το άρθρο 4 παρ. 3 του Κανονισμού, που περιέχει ρήτρα διαφυγής. Συγκεκριμένα, η διάταξη προβλέπει ότι εάν, από το σύνολο των περιστάσεων, συνάγεται ότι η αδικοπραξία εμφανίζει προδήλως στερνότερο δεσμό με χώρα άλλη από εκείνη που ορίζεται στις παραγράφους 1, 2 εφαρμόζεται το δίκαιο αυτό. Ο προδήλως στενότερος δεσμός μπορεί να βασίζεται ιδιαιτέρως σε σύμβαση, η οποία συνδέεται στενά με την εν λόγω αδικοπραξία. Μπορεί, δηλαδή, ο δικαστής να κρίνει ότι εφαρμοστέο είναι το δίκαιο του Βελγίου, το οποίο εφαρμόζεται για τη σύμβαση λόγω συρροής ενδοσυμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης. 

ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ:

1. Ελέγχουμε εάν οι σχέσεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού 44/2001 (Βρυξέλλες Ι), το οποίο ορίζεται στο άρθρο 1 του Κανονισμού. Στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού εμπίπτουν αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Εν προκειμένω έχουμε τις εξής σχέσεις: α) σύμβαση μεταξύ Α και Β και ενδοσυμβατική ευθύνη της Β και β) αδικοπρακτική ευθύνη της Β απέναντι στην Α. Συνεπώς, εφαρμόζεται ο Κανονισμός (επίσης ελέγχουμε και τις εξαιρέσεις του αρ. 1 παρ. 2, οι οποίες δεν έχουν σημασία στο πρακτικό). 

2. Βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας: Εδώ πρέπει να ελέγξουμε μία-μία τις βάσεις ως εξής: Πρώτα τις αποκλειστικές, μετά εάν υπάρχει παρέκταση, μετά ελέγχουμε και τις προστατευτικές διατάξεις για καταναλωτές κλπ (βλ. και προηγούμενο πρακτικό 27/2 πιο αναλυτικά) και εάν δεν υπάρχει καμία από αυτές τις βάσεις καταλήγουμε στη γενική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας (άρθρο 2), με ενδεχόμενες συντρέχουσες βάσεις (άρθρα 5, 6).

Στο πρακτικό δεν υπάρχει αποκλειστική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας του άρθρου 22, τα μέρη δε συμφώνησαν κάτι και η Α δεν είναι καταναλωτής γιατί οι υπηρεσίες που θα τις παράσχει η Β εξυπηρετούν τις ανάγκες της επιχείρησης. Αποκλείονται, έτσι, όλες οι αποκλειστικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας. 

Επόμενος σταθμός: γενική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας (άρθρο 2), που είναι τα δικαστήρια του τόπου που έχει την κατοικία του ο εναγόμενος. Για να βρούμε την κατοικία του εναγομένου εφαρμόζουμε τα άρθρα 59 και 60 του Κανονισμού. Εναγόμενος εν προκειμένω είναι η εταιρεία Β, η οποία έχει την έδρα της στο Βέλγιο η οποία, με βάση τα άρθρα 59 και 60, θεωρείται ότι έχει κατοικία στο Βέλγιο. Αρμόδια, επομένως, είναι τα δικαστήρια του Βελγίου.  

(Προσοχή! Δε λέμε ότι είναι αρμόδιο το δικαστήριο της Αμβέρσας, αρμόδια είναι τα δικαστήρια του Βελγίου. Το βελγικό δίκαιο ορίζει ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο θα έχει καθ' ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα να κρίνει τη διαφορά.)

Τέλος, ελέγχουμε τυχόν ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας. Στο πρακτικό υπάρχουν δύο σχέσεις: η ενδοσυμβατική και η αδικοπρακτική ευθύνη της Β προς την Α. Εξετάζοντας κάθε σχέση χωριστά καταλήγουμε στα εξής:

α) ενδοσυμβατική ευθύνη: Στο άρθρο 5 αρ. 1 του Κανονισμού καθιερώνεται ειδική (συντρέχουσα) βάση διεθνούς δικαιοδοσίας για τις συμβάσεις. Αρμόδιο, σύμφωνα με αυτή τη διάταξη, είναι το δικαστήριο του τόπου όπου εκπληρώθηκε ή οφείλει να εκπληρωθεί η επίδικη παροχή. Συγκεκριμένα, για τις συμβάσεις παροχή υπηρεσιών, τόπος εκπλήρωσης της παροχής είναι ο τόπος του κράτους μέλους όπου, δυνάμει της σύμβασης, έγινε ή έπρεπε να γίνει η παροχή. 

Από το ιστορικό του πρακτικού φαίνεται ότι οι Α και Β δεν έχουν προσδιορίσει τον τόπο εκπλήρωσης της παροχής.  Εφόσον, επομένως, από τη σύμβαση δεν προκύπτει ο τόπος που οφείλει να εκπληρωθεί η παροχή, θα πρέπει να στραφούμε στο νόμο, ο οποίος θα ορίζει -μέσω ερμηνευτικών κανόνων- εάν το χρέος είναι άρσιμο, κομίσιμο ή πέμψιμο. Εφαρμοστέο δίκαιο όμως δεν έχουμε βρει ακόμα! Επομένως, για τον καθορισμό της ειδικής βάσης διεθνούς δικαιοδοσίας θα πρέπει να κινηθούμε αντίστροφα: θα βρούμε το εφαρμοστέο δίκαιο, με βάση το οποίο καθορίζεται ο τόπος εκπλήρωσης της παροχής και τα δικαστήρια αυτού του τόπου είναι αρμόδια να δικάσουν τη διαφορά. Σύμφωνα με τα παραπάνω, εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο είναι το βελγικό. Οι κανόνες ουσιαστικού δικαίου του Βελγίου, επομένως, θα καθορίσουν τον τόπο εκπλήρωσης της παροχής και, κατ' επέκταση, τον τόπο του αρμόδιου δικαστηρίου. 

[Το πρόβλημα που δημιουργείται εδώ είναι ότι οι υπηρεσίες παρέχονται διακρατικά μέσω internet και ο τόπος εκπλήρωσης σε αυτές τις περιπτώσεις είναι αμφισβητούμενος. Κατά μία άποψη, τόπος εκπλήρωσης είναι το Βέλγιο, γιατί εκεί γίνονται οι ενέργειες για την παροχή των υπηρεσιών, τις οποίες "στέλνει" ο υπολογιστής από το Βέλγιο στην Ελλάδα. Κατά μία άλλη άποψη, τόπος παροχής είναι η Ελλάδα, ο τόπος όπου κατευθύνονται οι υπηρεσίες.]

β) αδικοπρακτική ευθύνη: Σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 3 του Κανονισμού, διεθνής δικαιοδοσία ιδρύεται, για τις αδικοπραξίες, και στον τόπο όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός. Σύμφωνα με μία άποψη, τόπος του ζημιογόνου γεγονότος είναι ο τόπος όπου ενήργησε ο ζημιώσας. Με την υιοθέτηση αυτής της άποψης, αρμόδιο είναι το δικαστήριο της Αμβέρσας. Σύμφωνα, όμως, με μία άλλη άποψη, τόπος του ζημιογόνου γεγονότος είναι ο τόπος όπου επήλθε το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Με αυτήν την άποψη, αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο της Χίου. Επειδή ο Κανονισμός δεν περιέχει κανόνα ως προς το ποιος είναι ο τόπος του ατυχήματος, το ζήτημα λύθηκε ερμηνευτικά από το ΔΕΚ, το οποίο έκρινε ότι πρέπει να προστατευθεί ο ζημιωθείς και επομένως, μπορεί ο τελευταίος να επιλέξει δικαστήριο. Συνεπώς, η Α μπορεί να επιλέξει είτε το δικαστήριο της Χίου, είτε το δικαστήριο της Αμβέρσας. 
Προσοχή: Η συρροή αδικοπρακτικής και ενδοσυμβατικής ευθύνης, ενώ στο θέμα του εφαρμοστέου δικαίου έχει σημασία λόγω της ρήτρας διαφυγής που περιέχει ο Κανονισμός Ρώμη ΙΙ, στο ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας δεν παίζει κανένα ρόλο. Η ενδοσυμβατική ευθύνη της Β, δηλαδή, δεν απασχολεί το δικαστήριο του άρθρου 5 παρ. 3 του Κανονισμού Βρυξέλλες Ι. Εάν η Α επιλέξει το δικαστήριο του άρθρου 5 παρ. 1, για παράδειγμα, αυτό είναι αρμόδιο να κρίνει μόνο σχετικά με τη σύμβαση και δε θα ασχοληθεί με την αδικοπραξία. Αντίστοιχα, το ίδιο συμβαίνει και για τη συντρέχουσα διεθνή δικαιοδοσία του άρθρου 5 παρ. 3. Εάν η Α θέλει να περιλάβει το σύνολο των διαφορών της με τη Β στην αγωγή της, θα πρέπει να ανατρέξει στη γενική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας (εν προκειμένω στα δικαστήρια του Βελγίου). 

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

Για την εκτέλεση της απόφασης δικαστηρίου κράτους μέλους στην Ελλάδα (ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος), η Α θα πρέπει να καταθέσει αίτηση στο δικαστήριο του τόπου όπου θα γίνει η εκτέλεση. Η απόφαση επί της αίτησης, η οποία θα κηρύσσει την αλλοδαπή απόφαση εκτελεστή, μπορεί να προσβληθεί για τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στα άρθρα 34 και 35 του Κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 45. Αναθεώρηση επί της ουσίας της αλλοδαπής απόφασης δεν επιτρέπεται (άρθρα 36, 45 παρ. 2).


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

1. Εφαρμοστέο δίκαιο είναι το βελγικό για τη σύμβαση και το ελληνικό για την αδικοπραξία, εκτός εάν εφαρμοστεί από το δικαστή η ρήτρα διαφυγής του άρθρου 4 παρ. 3 Καν. Ρώμη ΙΙ.

2. Διεθνή δικαιοδοσία για το σύνολο της διαφοράς έχουν τα βελγικά δικαστήρια (γενική βάση-άρθρο 2). Για τη σύμβαση δικαιοδοσία θεμελιώνεται και στο άρθρο 5 παρ. 1 του Κανονισμού, οπότε το βελγικό δίκαιο ορίζει τον τόπο εκπλήρωσης της παροχής με βάση τον οποίο θα βρούμε το αρμόδιο δικαστήριο. Για την αδικοπραξία, η Α επιλέγει είτε το δικαστήριο της Αμβέρσας είτε της Χίου, σύμφωνα με τα παραπάνω και το άρθρο 5 παρ. 3 Καν. Βρυξέλλες Ι.

3. Εκτέλεση της αλλοδαπής απόφασης γίνεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνα με τα άρθρα 38 επ. του Κανονισμού Βρυξέλλες Ι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου